Το φαινόμενο Χριστόδουλος

όταν ο ελληνοχριστιανισμός συναντά τη (μετα-)νεωτερικότητα

«Αν κοιτάς με τα δικά σου μάτια,

βλέπεις όσα θάθελες να δει…»

Μήπως επιζητούμε από την πολιτική, την εκκλησία, τους θεσμούς περισσότερα από όσα μπορούν να επιτύχουν; Μα, οι πολιτικοί, οι ρασοφόροι, οι εκπρόσωποι των θεσμών δεν προέρχονται από την ίδια κοινωνία στην οποία κυριαρχεί και επικρατεί το φαίνεσθαι; Είναι, άραγε, παράλογο μία παρακμιακή κοινωνία να τροφοδοτεί τους θεσμούς με πρόσωπα που αντιπροσωπεύουν με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο το πραγματικό επίπεδο του μέσου Ελληνα;

Το θέμα των νέων ταυτοτήτων ανέδειξε αφενός μία γενική αντιεκκλησιαστική τάση του εκσυγχρονιστικού μηδενισμού κι αφετέρου μία υπολλειματική νεκρανάσταση του ελληνοχριστιανικού ιδεολογήματος. Φτάνοντας στο απόγειό του κατά τη διάρκεια της επτάχρονης διδακτορίας του 1967 με το εμετικό Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών, ο ελληνοχριστιανισμός αναδείχθηκε σε κυρίαρχη κρατική ιδεολογία από ολίγον Ελληνισμόν και ολίγον Χριστιανισμόν.

Στον εκκλησιαστικό χώρο, όμως, η Ορθοδοξία είναι ένα σύγχρονο ψυχοθεραπευτήριο[1]. Μέσω της μυστηριακής ζωής των μελών της, είναι η «Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική» Εκκλησία. Κι όταν χάσει την ψυχοθεραπευτική της αποστολή, εκπίπτει σε μία ακόμη θρησκεία, μέσω μίας νευρασθενικής θρησκευτικότητας. Εκεί επικεντρώνεται η διαφορά μεταξύ της Ορθόδοξης Εκκλησίας και όλων των Θρησκειών[2]: στη μυστηριακή ζωή, στην ψυχοθεραπευτική αγωγή των μελών της εκκλησιαστικής κοινότητας.

Κι όταν αυτά απουσιάσουν; Η ελληνορθόδοξη πίστη υποβιβάζεται σε ελληνοχριστιανικό ιδεολόγημα. Ο εκκλησιαστικός λόγος, η θεολογική σκέψη και το πατερικό κήρυγμα δίνει τη θέση του σ’ ένα (αντι-)εκσυγχρονιστικό πολιτικό παραλλήρημα. Τότε ο ελληνοχριστιανισμός συναντά τη (μετα-)νεωτερικότητα. Τότε το όπιο του λαού είναι, πράγματι, η θρησκεία! Τότε είναι που το φαινόμενο ‘Χριστόδουλος’ αναδεικνύεται…

Και η (μετα-)νεωτερική περίοδος που διανύουμε είναι γεμάτη από τέτοιου είδους ‘φαινόμενα’ της ελληνικής κοινωνίας: Ο ‘σοσιαλιστής’ πρωθυπουργός εκπρόσωπος της διεθνής νεοταξικής αριστεράς[3], ο ‘ορθόδοξος’ αρχιεπίσκοπος εκφραστής τού ντόπιου ελληνοχριστιανικού ιδεολογήματος, ο ‘δήμαρχος’ Αθηναίων δημιουργός ενός χυδαίου πολιτικού αμοραλισμού[4], η ‘αξιωματική’ αντιπολίτευση δέσμια μιας πολιτικής ιδεολογικής ανυπαρξίας κ.ο.κ.

Παράλληλα, η σύγχρονη εποχή παγίωσε την παθητικότητα, την αδράνεια και την έλλειψη αντανακλαστικών στις ευρύτερες λαϊκές μάζες. Γαλούχησε συνειδήσεις που θεωρούν τον Γιωργάκη επιτυχημένο υπουργό εξωτερικών, τον Κωστάκη ανερχόμενο πρωθυπουργικό σωτήρα. «Η διαφήμηση αναπτύσσει πλέον την ‘πνευματικότητα’ της κατανάλωσης»[5]. Δημιουργήθηκαν προσωπικότητες διψασμένες για το εμφιαλωμένο, αχόρταγες για το προτηγανισμένο, συνοδοιπόρες με το εφήμερο και συμμέτοχες με το διαπλεκόμενο.

Το άγνωστο, το πολύπλοκο και το ανερμήνευτο, μαζί με τον πόνο, το θάνατο και τη ζωή προσεγγίζονται μακριά από το εκκλησιαστικό βίωμα. Η ελληνορθόδοξη παράδοση περιορίστηκε σε μία Αρχιεπισκοπή γειτονικής χώρας, σε λιγοστές επισκοπές, σε σκόρπιες ενορίες και σε κάμποσα μοναστήρια . Όμως, αυτοί οι πυρήνες τού ελληνορθόδοξου κοινοτισμού δεν έπαψαν ποτέ να αποτελούν την σιωπηλή αντιπρόταση στο φαινόμενο Χριστόδουλος.

Αν κοιτάς, λοιπόν, με τα μάτια σου, πρόσεχε γιατί ίσως να βλέπεις όσα θάθελες να δεις. Πρόσεχε, μόνον, μην πέσεις στην παγίδα τής ‘Σημιτο-Χριστοδουλικής’ εικονικής πραγματικότητα. Το θέμα των ταυτοτήτων δεν είναι μία πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ (εκσυγχρονιστικού) κράτους και (ελληνοχριστιανικής) θρησκείας, ούτε λαοσυνάξεις και συλλογές υπογραφών από μία κρατικά αναγνωρισμένη θρησκευτική πλειοψηφεία.

Το θέμα των νέων ταυτοτήτων είναι, ουσιαστικά, η μάχη για την πολιτιστική ιδιαιτερότητα τού σύγχρονου Έλληνα στο μωσαϊκό τής πολιτισμικής ποικιλότητας τής Ευρώπης τών Εθνών. Είναι, σε τελική ανάλυση, η δυνατότητα τού μέσου έλληνα πολίτη να απαιτήσει ένα άμεσο δημοψήφισμα (αντί μιας έμμεσης δημοσκόπησης) και να προκαλέσει μια ισχυρή ρήξη (αντί μιας συμβιβαστικής λήθης) με τον παραδοσιακό κοινοβουλευτισμό.

 

Μυτιλήνη, 27 Αυγούστου 2001                                                                                                     Α.-Σ. Σιαμαντζιούρας


[1] Πρωτοπρ. π. Ιωάννης Σ. Ρωμανίδης ¨Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια, η δε Ορθοδοξία η θεραπεία της¨

[2] Σεβασμ. Μητρ. Ναυπάκτου π. Ιερόθεος, εφημ. Εκκλησιαστική Παρέμβαση, Απρίλιος 2001

[3] Χρήστος Γιανναράς, εφημ. Η Καθημερινή, Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2000

[4] βλέπε εφημ. Το Ποντίκι

[5] Πέρσα Ζέρη, εφημ. Επενδυτής, Σάββατο 4 – Κυριακή 5 Αυγούστου 2001

 


www.antibaro.gr