22/4/2003

Για την ελληνική κοινότητα στην Αλβανία.

 

Του Φάνη Μαλκίδη

 

Σε μία οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα που διαθέτει σοβαρές και ολοκληρωμένες κρατικές δομές, θεσμούς και φορείς, πανεπιστήμια, διανοούμενους, μέσα ενημέρωσης και κέντρα εκπαίδευσης με σεβασμό στην κοινωνία και με συνέπεια στην αποστολή τους, έχουν ως κεντρικό σημείο αναφοράς τη διαφύλαξη των ανθρώπινων δικαιωμάτων, των δικαιωμάτων των πολιτών. Όχι σε ένα υποκριτικό επίπεδο, ούτε σε επίπεδο νόμων αλλά στην πραγματικότητα, στην ουσία. Ακόμη πιο κεντρικό σημείο αναφοράς για ένα οργανωμένο κράτος αποτελούν οι μειονοτικές του ομάδες που βρίσκονται σε γειτονικά κράτη και που το ενδιαφέρον του, το δημοκρατικό, το βασισμένο σε αξίες και ηθικές αρχές και όχι σε διάλυση του κράτους διαβίωσης, αποδεικνύει το ρόλο του και ως εθνικό κέντρο. Τα παραδείγματα πολλά στην Ευρώπη τα οποία δεν κινούνται σε ένα επίπεδο αντιπαράθεσης και ένοπλης σύρραξης αλλά πολιτικής σεβασμού και ομαλής συμβίωσης. Εξάλλου η σημερινή ευρωπαϊκή πρακτική και πολιτική δράση έχει ως πρωταρχικό όρο για την είσοδο στην νέα ευρωπαϊκή πραγματικότητα (Ευρωπαϊκή Ένωση- Ε.Ε) το σεβασμό των μειονοτικών ομάδων και των δικαιωμάτων τους. Το ίδιο πράττει εδώ και χρόνια και το Συμβούλιο της Ευρώπης (Σ.τ.Ε) με τη Σύμβαση Πλαίσιο και ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (Ο.Α.Σ.Ε.).

Ωστόσο σε ότι αφορά την Ελλάδα, θα πρέπει να τονιστεί με έμφαση ότι δυστυχώς δεν είχε πάντα και τις καλύτερες επιδόσεις στο ζήτημα της προάσπισης των δικαιωμάτων των μειονοτήτων της. Από την Τουρκία μέχρι την Αλβανία, οι εκεί ελληνικές μειονότητες φθίνουν μέσα σε ένα περιβάλλον τις περισσότερες φορές εχθρικό, χωρίς να υπάρχει στο βαθμό που θα έπρεπε, αυτό που τονίσαμε παραπάνω. Η ύπαρξη δηλαδή ενός κράτους που θα κινείται μέσα στα πλαίσια της διεθνούς έννομης τάξης και θα προασπίζει σε συνεργασία με το κράτος διαβίωσης τα δικαιώματα των ελληνικών μειονοτήτων.

Ιδιαίτερα σε ό, τι αφορά την ελληνική κοινότητα στην Αλβανία, η μέχρι τώρα πρακτική αποδεικνύει ότι ενώ η αλβανική πλευρά εδώ και πολλά χρόνια ακολουθεί μία πολιτική αφομοίωσης και καταπίεσης, η ελληνική πλευρά δεν αντιδρά στο βαθμό που της επιτρέπουν οι διεθνείς συμβάσεις και δεσμεύσεις. Ιδιαίτερη αξία για τη σημερινή κατάσταση της ελληνικής κοινότητας στην Αλβανία έχει η δημοσιοποίηση της ετήσιας έκθεσης του Στέητ Ντιπάρτμεντ, όπου διαπιστώνονται σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Αλβανία, και ιδιαίτερα στην παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μειονοτήτων και ειδικότερα της ελληνικής.
Η έκθεση διαπιστώνει αδυναμίες της αλβανικής κυβέρνησης στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διαπιστώνει παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κυρίως από την αστυνομία,- όπου υπάρχει διαφθορά και έλλειψη επαγγελματισμού- και αναφέρει κακοποιήσεις προφυλακισμένων και φυλακισμένων. Γίνεται επίσης αναφορά στις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στους τομείς της ελευθερίας του Τύπου και της έκφρασης. Στον τομέα της δικαιοσύνης διαπιστώνει ότι υπάρχει διαφθορά και ότι τα όργανα της δικαιοσύνης δέχονται πιέσεις από την κυβέρνηση, - χαρακτηριστικές περιπτώσεις αποτελούν οι υποθέσεις εκτάσεων της ελληνικής κοινότητας που δεν αποδίδονται από το καθεστώς- ενώ σοβαρό πρόβλημα παραμένουν και οι διακρίσεις σε βάρος των παιδιών και των γυναικών. Επίσης, σύμφωνα με την έκθεση, συνεχίζονται οι διακρίσεις σε βάρος θρησκευτικών και εθνικών μειονοτήτων, ενώ σοβαρό πρόβλημα για την Αλβανία παραμένει, τονίζεται στην έκθεση, το "εμπόριο λευκής σαρκός και των παιδιών".

Ειδικότερα για τις μειονότητες η έκθεση αναφέρει χαρακτηριστικά πως "δεν υπάρχουν στοιχεία για τον αριθμό των μελών των εθνικών μειονοτήτων στην Αλβανία. Η κυβέρνηση δεν περιέλαβε στο ερωτηματολόγιο της απογραφής του 2001 τα στοιχεία της εθνικότητας και της θρησκευτικής πίστης, με αποτέλεσμα πολλοί Έλληνες να μποϋκοτάρουν την απογραφή. Οι Έλληνες είναι η μεγαλύτερη εθνική ομάδα, και εκπροσωπούνται στην κυβέρνηση μ' έναν υπουργό, στο κοινοβούλιο με τρεις βουλευτές και μετέχουν ενεργά σε ορισμένα κόμματα, κυρίως στο Κόμμα της Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Κ.Ε.Α.Δ.). Σύμφωνα με την έκθεση η οργάνωση της ελληνικής κοινότητας ΟΜΟΝΟΙΑ, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά της για, την απροθυμία της κυβέρνησης να αναγνωρίσει την ύπαρξη ελληνικών πληθυσμών σε πόλεις, όπως η Χιμάρα, την απροθυμία της να συμπεριλάβει την ελληνική γλώσσα σε επίσημα έγγραφα και δημόσιες πινακίδες στις περιοχές όπου ζουν οι Έλληνες, - η Σύμβαση Πλαίσιο του Σ.τ.Ε υποχρεώνει την Αλβανία να το πράξει- την απροθυμία της να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις αδικίες σε βάρος των Ελλήνων, ιδίως σε αφορά τις περιουσίες που "ληστεύονται" με πλαστούς τίτλους κυριότητας". Η ΟΜΟΝΟΙΑ, αναφέρεται στην έκθεση, "κατηγορεί την αλβανική κυβέρνηση ότι δεν είναι πρόθυμη να προσδιορίσει τον ακριβή αριθμό του ελληνικού πληθυσμού στην Αλβανία και να συμπεριλάβει περισσότερους Έλληνες στη δημόσια διοίκηση. Σύμφωνα με την ΟΜΟΝΟΙΑ, οι Έλληνες έχουν ανάγκη για περισσότερη παιδεία εντός και εκτός των αποκαλούμενων μειονοτικών ζωνών". Οι μειονοτικές ζώνες αφορούν τα 99 χωριά που χαρακτηρίστηκαν ως τέτοιες από το καθεστώς του Ε. Χότζα, καθεστώς που ισχύει μέχρι και σήμερα, μη επιτρέποντας την άσκηση του δικαιώματος εκμάθησης της μητρικής γλώσσας σε ιστορικές περιοχές, όπως η Χιμάρα, η Κορυτσά, κ.ά. Η άρνηση του κράτους να λειτουργήσει ελληνικά σχολεία σε πολλές περιοχές, ώθησε ιδιωτικούς φορείς και πρόσωπα να προχωρήσουν με επιτυχία στην υλοποίηση του θεσμού των φροντιστηρίων της ελληνικής γλώσσας.

Σε ό,τι αφορά τις θρησκευτικές ελευθερίες, στην έκθεση του Στέητ Ντιπάρτμεντ αναφέρεται ότι η κυβέρνηση απέτυχε στην προσπάθειά της να επιστρέψει στις κοινότητες αυτές τις περιουσίες που τους ανήκαν πριν το 1967, όταν η χώρα έγινε και επίσημα αθεϊστική. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας εκφράζει παράπονα ότι συναντά δυσκολίες και στην επιστροφή των εικόνων για αποκατάσταση και φύλαξη, αναφέρει η έκθεση και προσθέτει ότι το 2002 σημειώθηκαν τρεις περιπτώσεις βανδαλισμού ορθόδοξων εκκλησιών.

Η έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των Η.Π.Α., έρχεται σε μία περίοδο όπου ποτέ άλλοτε δεν υπήρξε τέτοια σύμπλευση διεθνών παραγόντων πάνω στα θέματα της ελληνικής κοινότητας. Τόσο στην ετήσια έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα, στην απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης πριν από περίπου δύο μήνες, στην έκθεση της Ε.Ε, καθώς και στα πορίσματα που βγαίνουν στις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται για το Σύμφωνο σταθερότητας της Αλβανίας, εκφράζεται από όλες τις πλευρές ενδιαφέρον για τα θέματα της ελληνικής κοινότητας.
Σήμερα ωστόσο προβάλλει επιτακτικά να προβληθεί από την ελληνική πλευρά το αυτονόητο για όλα τα οργανωμένα ευρωπαϊκά κράτη. Δηλαδή να γίνουν σεβαστά τα αιτήματα της ελληνικής κοινότητας που απηχούν τις βασικές υποχρεώσεις της αλβανικής κυβέρνησης όπως:
-απογραφή πληθυσμού που θα θέτει ερώτημα για την εθνικότητα και το θρήσκευμα ώστε να προσδιοριστούν τα ακριβή αριθμητικά μεγέθη της ελληνικής μειονότητας,
-επέκταση της εκπαίδευσης στη μητρική ελληνική γλώσσα σε περιοχές όπου οι Έλληνες ζουν ιστορικά και σε σημαντικό αριθμό,
-διοικητική διαίρεση που θα σέβεται τις απαιτήσεις της ελληνικής μειονότητας,
-κατάργηση των τεχνητά κατασκευασμένων μειονοτικών ζωνών και την αναγνώριση του ελληνικού χαρακτήρα της Χιμάρας, με βάση την ελεύθερη βούληση των κατοίκων της,
-απόλυτο σεβασμό των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων σε ιδιωτικές, εκκλησιαστικές και κοινοτικές περιουσίες,
-ισότιμη συμμετοχή των Ελλήνων στη αλβανική δημόσια διοίκηση.
Η ύπαρξη της ελληνικής κοινότητας της Αλβανίας δεν είναι σημαντική μόνο για τους Έλληνες της περιοχής, αλλά για ολόκληρο τον Ελληνισμό και την Ευρωπαϊκή ήπειρο και τους θεσμούς της. Η ελληνική κοινότητα θα πρέπει να αναπτυχθεί ελεύθερα, με σεβασμό στη διαφορετικότητά της και τις ιδιαιτερότητές της, την πλούσια ιστορία της, τον πολιτισμό της και τις παραδόσεις της, ώστε να αποτελέσει γέφυρα πραγματικής συνεργασίας, φιλίας και ανάπτυξης του ελληνικού και αλβανικού λαού και να συμβάλλει με το καλύτερο τρόπο στον στόχο που έχει θέσει η Αλβανία για ένταξη στην Ε.Ε. Ο κοινός σκοπός και στόχος που έχουν οι Αλβανοί πολίτες για συμμετοχή στην Ε.Ε., προϋποθέτει την εφαρμογή των συμφωνιών για τις μειονοτικές ομάδας και ιδιαίτερα για την ελληνική, συμφωνίες οι οποίες έχουν καταρτιστεί για σταθερότητα και συνεργασία, γεγονός που ενισχύσει την ανάπτυξη, τη δημοκρατία, τη σταθερότητα, την ασφάλεια και τη αλληλεγγύη στην περιοχή.

 


http://antibaro.gr